Το Δημοψήφισμα για τη ΔΕΘ: Τι Πιστεύουν οι Πολίτες της Θεσσαλονίκης;
Αστική βιωσιμότητα, κοινωνικές προτιμήσεις και δημόσιος διάλογος: Πώς η ενημέρωση διαμορφώνει τη στάση των πολιτών για το μέλλον της ΔΕΘ
1. Εισαγωγή
Ο σχεδιασμός και η προοπτική αξιοποίησης του χώρου που σήμερα φιλοξενεί τη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης (ΔΕΘ) έχει αναδειχθεί σε ένα από τα πιο επίμαχα ζητήματα για το μέλλον της πόλης. Η πρόταση διενέργειας τοπικού δημοψηφίσματος –ώστε οι πολίτες να αποφασίσουν για τη μελλοντική χρήση του χώρου– άνοιξε για πρώτη φορά με θεσμικούς όρους τον δημόσιο διάλογο γύρω από ένα ζήτημα που απασχολεί τη Θεσσαλονίκη εδώ και περισσότερο από μια δεκαετία.
Η πρωτοβουλία για το δημοψήφισμα έχει κινητοποιήσει πλήθος πολιτών, δημοτικές παρατάξεις και συλλογικότητες, που στηρίζουν την πρόταση δημιουργίας Μητροπολιτικού Πάρκου. Από την άλλη πλευρά, η διοίκηση της ΔΕΘ και φορείς όπως το ΤΕΕ/ΤΚΜ υπερασπίζονται τη λύση της εκθεσιακής ανάπλασης, προωθώντας την ως τεχνοκρατικά βιώσιμη επιλογή και αναδεικνύοντας τα αναπτυξιακά της οφέλη στο ευρύ κοινό.
Η συζήτηση που άνοιξε, έθεσε δύο κομβικά –άμεσα ή έμμεσα– διλήμματα. Το πρώτο αφορά τον ρόλο των πολιτών στη λήψη αποφάσεων για την πόλη: κατά πόσο επιθυμούν να συμμετέχουν ενεργά και αν αξιολογούν το μέλλον της ΔΕΘ ως ζήτημα που τους αφορά άμεσα. Το δεύτερο αφορά την επιλογή μεταξύ δύο διαφορετικών σχεδίων: από τη μία, έναν ελεύθερο δημόσιο χώρο υψηλού πρασίνου που θα συνδυάζει και μια μικρής κλίμακας εκθεσιακή δραστηριότητα και, από την άλλη, μια πρόταση αστικής ανάπτυξης με πολλαπλές χρήσεις (εκθεσιακές, εμπορικές, τουριστικές, κοινόχρηστους χώρους πρασίνου, κτλ.). Η επιλογή αυτή αντανακλά λοιπόν το αστικό όραμα των κατοίκων — την αντίληψή τους για την ποιότητα ζωής, την περιβαλλοντική ευαισθησία, τη βιώσιμη ανάπτυξη και τη συνολική ανθεκτικότητα της Θεσσαλονίκης στην κλιματική κρίση.
Με στόχο την καταγραφή αυτών των στάσεων και αντιλήψεων, διεξήχθη έρευνα μέσω ερωτηματολογίου με ποσοτικά και ποιοτικά δεδομένα. Το παρόν άρθρο παρουσιάζει τα αποτελέσματα αυτής της έρευνας, αναλύει τις θέσεις των πολιτών και επιχειρεί να αναδείξει τις αφηγήσεις που διαμορφώνουν τον δημόσιο διάλογο γύρω από το μέλλον της ΔΕΘ.
2. Μεθοδολογία της Έρευνας
Η έρευνα διεξήχθη από τις 14 έως τις 25 Μαΐου 2025 σε συνολικό δείγμα 844 κατοίκων του Δήμου Θεσσαλονίκης, ηλικίας 18 ετών και άνω. Η συλλογή των δεδομένων πραγματοποιήθηκε με συνδυασμό επιτόπιων συνεντεύξεων και διαδικτυακής φόρμας, με το 40% των ερωτηματολογίων να συμπληρώνεται ψηφιακά και το 60% μέσω φυσικής παρουσίας σε δημόσιους χώρους. Στη συλλογή των δεδομένων συμμετείχαν και φοιτητές του Τμήματος Μηχανικών Χωροταξίας και Ανάπτυξης στο πλαίσιο εργασίας τους στο μάθημα «Οικονομική της Βιώσιμης Ανάπτυξης».
Κατά τον σχεδιασμό του δείγματος (κυρίως των προσωπικών συνεντεύξεων), επιδιώχθηκε να τηρηθεί ισορροπία ως προς τη γεωγραφική κατανομή (ανά δημοτική κοινότητα), καθώς και ως προς βασικά δημογραφικά χαρακτηριστικά όπως η ηλικία και το φύλο. Το συνολικό δείγμα σταθμίστηκε εκ των υστέρων με βάση τα διαθέσιμα πληθυσμιακά στοιχεία του Δήμου Θεσσαλονίκης (κατανομή φύλου, ηλικιακών ομάδων και κατοικίας ανά δημοτική κοινότητα), ώστε τα αποτελέσματα να αντανακλούν με μεγαλύτερη ακρίβεια τη σύνθεση του εκλογικού σώματος. Η έρευνα απευθύνθηκε αποκλειστικά σε δημότες Θεσσαλονίκης, καθώς αυτοί αποτελούν το σώμα στο οποίο απευθύνεται το αίτημα συλλογής υπογραφών - και είναι οι μόνοι που θα έχουν δικαίωμα συμμετοχής σε ενδεχόμενη ψηφοφορία.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η συγκεκριμένη έρευνα προηγήθηκε χρονικά της αντίστοιχης δημοσκόπησης της εταιρείας Palmos Analysis. Η καθυστέρηση στη δημοσιοποίηση των αποτελεσμάτων μας οφείλεται στην ανάγκη ολοκλήρωσης της ποιοτικής ανάλυσης των ανοικτών ερωτήσεων, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα να δημοσιευτούν πρώτα τα ευρήματα της Palmos. Πέρα από την παρατηρούμενη ομοιότητα σε αρκετά από τα ερωτήματα, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι αυτή η χρονική και θεματική σύμπτωση επιτρέπει άμεση συγκριτική ανάγνωση των δύο ερευνών, προσφέροντας τη δυνατότητα να εντοπιστούν σημεία σύγκλισης αλλά και διαφοροποιήσεις.
Το ερωτηματολόγιο δομήθηκε σε τέσσερις βασικές θεματικές ενότητες:
· Το επίπεδο ενημέρωσης και συμφωνίας/διαφωνίας με την πρωτοβουλία για το δημοψήφισμα.
· Την πρόθεση υπογραφής στο αίτημα περί διεξαγωγής δημοψηφίσματος.
· Την προτίμηση μεταξύ των δύο σεναρίων αξιοποίησης: (α) σχέδιο ανάπλασης της ΔΕΘ, (β) πρόταση μετατροπής του χώρου σε Μητροπολιτικό Πάρκο, όπως υποστηρίζεται από την οργανωτική επιτροπή του δημοψηφίσματος.
· Τις αιτίες πίσω από τις παραπάνω επιλογές, μέσω ανοικτών ερωτήσεων.
Πέρα από την ποσοτική ανάλυση, εφαρμόστηκε ποιοτική επεξεργασία των ανοικτών απαντήσεων, με στόχο τη θεματική κατηγοριοποίηση των επιχειρημάτων και την ανάδειξη των κυρίαρχων αφηγήσεων. Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στην προσπάθεια κατανόησης του πώς φαντάζονται οι κάτοικοι της Θεσσαλονίκης το ιδανικό μέλλον του χώρου της ΔΕΘ και των αξιών και προτιμήσεων που επηρεάζουν τις απόψεις τους.
3. Αποτελέσματα
3.1 Ενημέρωση και Αντίληψη του Κοινού για το Δημοψήφισμα
Τα πρώτα αποτελέσματα της έρευνας αναδεικνύουν μια πόλη με θετική στάση στην χρήση δημοψηφισμάτων για σημαντικά ζητήματα της πόλης και στη συμμετοχή των πολιτών στη λήψη αποφάσεων, αλλά ταυτόχρονα και σημαντικά ελλείμματα ενημέρωσης. Περίπου 66% των ερωτηθέντων δηλώνει ότι γνωρίζει την ύπαρξη της πρωτοβουλίας συλλογής υπογραφών, ωστόσο μόνο το 50% δηλώνει ότι γνωρίζει επακριβώς το περιεχόμενο του ερωτήματος. Δηλαδή, υπάρχει ένα ποσοστό περίπου 16% που θεωρεί ότι γνωρίζει, χωρίς όμως να έχει κατανοήσει πλήρως το τι τίθεται προς ψήφιση. Ακόμα μικρότερο (34%) είναι το ποσοστό που γνωρίζει τη βασική προϋπόθεση (αριθμό υπογραφών που πρέπει να συλλεχθούν) ώστε να πραγματοποιηθεί το δημοψήφισμα.
Εικόνα 1. Γνωρίζετε ότι βρίσκετε σε εξέλιξη πρωτοβουλία συλλογής υπογραφών για τη διενέργεια τοπικού δημοψηφίσματος σχετικά με τη μελλοντική χρήση του χώρου της ΔΕΘ;
Εικόνα 2. Γνωρίζετε ποιο είναι το προτεινόμενο κεντρικό ερώτημα του δημοψηφίσματος;
Εικόνα 3. Γνωρίζετε ποια είναι η βασική προϋπόθεση ώστε να πραγματοποιηθεί το δημοψήφισμα;
Αξιοσημείωτη είναι η χωρική διαφοροποίηση της ενημέρωσης στον αστικό ιστό. Οι κάτοικοι της Α’ και Ε’ Δημοτικής Κοινότητας εμφανίζουν τα υψηλότερα ποσοστά γνώσης της πρωτοβουλίας συλλογής υπογραφών (78% και 73,5% αντίστοιχα), ενώ αρκετά χαμηλότερα εμφανίζονται τα ποσοστά στην Δ’ Δημοτική Κοινότητα (61,8%), στη Β’ Δημοτική Κοινότητα (56,9%) και στην Δημοτική Ενότητα Τριανδρίας (48,5%). Αυτή η διαφοροποίηση υποδηλώνει μια άνιση πρόσβαση στην πληροφόρηση, πιθανώς σχετιζόμενη με την τοπική ένταση της κινητοποίησης, την εγγύτητα σε σημεία συλλογής υπογραφών ή και τη διαφορετική κοινωνική δικτύωση των περιοχών.
Παρόμοιες διαφοροποιήσεις εντοπίζεται και σε ηλικιακό επίπεδο. Οι νεότεροι δημότες (18–24 ετών) εμφανίζουν ποσοστό ενημέρωσης για τη συλλογή υπογραφών για το δημοψήφισμα οριακά μεγαλύτερο του 50%, ενώ στην ηλικιακή ομάδα 25–34 το ποσοστό αυτό ανεβαίνει στο 62,1%. Αντίθετα, στις ηλικίες 35–44 και 45–54, τα ποσοστά ενημέρωσης φτάνουν το 76,7% και 81,4% αντίστοιχα. Η ανοδική αυτή τάση δείχνει πως η ενημέρωση αυξάνεται με την ηλικία, γεγονός που μπορεί να σχετίζεται με διάφορους παράγοντες, όπως η αυξημένη διάθεση συμμετοχής στα κοινά, η ισχυρότερη πολιτική εμπλοκή, η συστηματικότερη έκθεση σε κοινωνικά και περιβαλλοντικά δίκτυα.
Παρά τα κενά στην πληροφόρηση, η υποστήριξη στον θεσμό του δημοψηφίσματος είναι συντριπτική:
· Το 76% των ερωτηθέντων συμφωνεί (ή συμφωνεί απόλυτα) με τη χρήση τοπικών δημοψηφισμάτων για κρίσιμα ζητήματα.
· Το 90% δηλώνει πως η γνώμη των πολιτών οφείλει να έχει αποφασιστικό ρόλο στις αποφάσεις για την πόλη.
Αυτά τα ποσοστά δείχνουν ότι, ανεξαρτήτως γνώσης του συγκεκριμένου ερωτήματος, υπάρχει ισχυρό δημοκρατικό αίτημα για συμμετοχή — και ίσως μια αυξανόμενη δυσπιστία προς τις κλασικές/παραδοσιακές θεσμικές διαδικασίες.
Εικόνα 4. Θεωρείτε πως η γνώμη των πολιτών πρέπει να μετράει αποφασιστικά σε μεγάλα θέματα που αφορούν την πόλη;
Η αντίφαση ανάμεσα στην υψηλή αποδοχή του θεσμού και τη χαμηλή κατανόηση του επίδικου ερωτήματος αναδεικνύει την έλλειψη ενημερωτικών μηχανισμών για ζητήματα τοπικής διακυβέρνησης αλλά και εργαλείων συμμετοχής των πολιτών στα κοινά. Ενώ οι πολίτες φαίνεται να διεκδικούν ενεργό ρόλο, το επίπεδο της ενημέρωσης και ενεργοποίησης παραμένει ελλιπές — ένα έλλειμμα που αν δεν καλυφθεί, μπορεί να υπονομεύσει την ουσιαστική συμμετοχή και την αξιοπιστία της ίδιας της διαδικασίας.
Εικόνα 5. Συμφωνείτε με τη χρήση δημοψηφισμάτων σε σημαντικά τοπικά ζητήματα;
3.2 Διάθεση Συμμετοχής και Πρόθεση Υπογραφής
Στην επόμενη ενότητα ερωτήσεων διερευνήθηκε η πρόθεση συμμετοχής των πολιτών στη διαδικασία συλλογής υπογραφών για τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος. Η πρόθεση αυτή καταγράφεται γενικά ως ιδιαίτερα θετική, αν και συνοδεύεται από έντονη αναποφασιστικότητα. Συγκεκριμένα, ποσοστό 44,9% δηλώνει ότι δεν έχει υπογράψει ακόμη, αλλά σκοπεύει να το κάνει. Ένα επιπλέον 38,1% εμφανίζεται αναποφάσιστο, ενώ μόλις το 17% δηλώνει πως δεν έχει υπογράψει και ούτε σκοπεύει να υπογράψει στο μέλλον (στα ποσοστά αυτά δεν λαμβάνονται υπόψη όσοι δημότες από το δείγμα μας έχουν ήδη υπογράψει για το δημοψήφισμα). Η κατανομή αυτή, σε συνδυασμό με τον πραγματικό αριθμό των μέχρι σήμερα υπογραφών δείχνει ότι, παρότι η ιδέα του δημοψηφίσματος έχει ήδη κινητοποιήσει ένα μέρος του πληθυσμού, η πλειοψηφία βρίσκεται ακόμα σε στάδιο αξιολόγησης, διερεύνησης, άγνοιας ή προβληματισμού.
Εικόνα 6. Ποια από τις παρακάτω δηλώσεις αντανακλά καλύτερα τη στάση σας για το δημοψήφισμα; (για όσους δεν έχουν μέχρι την ημέρα της ερώτησης υπογράψει)
Ο ρόλος της ενημέρωσης αναδεικνύεται ως κρίσιμος παράγοντας κινητοποίησης. Μεταξύ όσων γνωρίζουν για το δημοψήφισμα, το 19,2% δηλώνει ότι έχει ήδη υπογράψει, το 39,9% δηλώνει ότι σκοπεύει να υπογράψει, το 25,6% αμφιταλαντεύεται ενώ μόλις το 15,2% απορρίπτει πλήρως την ιδέα. Στον αντίποδα, μεταξύ όσων δεν είναι ενήμεροι προφανώς και δεν υπάρχουν κάτοικοι που να έχουν υπογράψει, το 39,5% σκοπεύει να το κάνει (στην πλειοψηφία τους ως αποτέλεσμα απλά της ενημέρωσης που τους έγινε κατά τη διάρκεια της παρούσας έρευνας), το 45,6% δηλώνει αναποφάσιστο, και το 14,9% απορρίπτει πλήρως την ιδέα. Το εύρημα αυτό δείχνει ότι η πληροφόρηση λειτουργεί καταλυτικά: όσοι γνωρίζουν, τείνουν να συμμετέχουν, όσοι αγνοούν, παραμένουν αδρανείς και κατά πολύ μεγάλο ποσοστό αναποφάσιστοι. Παρόμοια είναι τα αποτελέσματα της σύγκρισης της πρόθεσης υπογραφής με τη γνώση του βασικού ερωτήματος του δημοψηφίσματος και με την γνώση της βασικής προϋπόθεσης για να πραγματοποιηθεί το δημοψήφισμα.
Εικόνα 7. Γνώση για το δημοψήφισμα και πρόθεση υπογραφής (συμπεριλαμβάνει και όσους έχουν υπογράψει)
Επομένως, η ενημέρωση λειτουργεί ως καταλύτης κινητοποίησης. Ειδικότερα, η ανάλυση των ηλικιακών ομάδων (Εικόνα8) έδειξε ότι οι νέοι (18–24) έχουν τα χαμηλότερα ποσοστά υπογραφών (3,4%) αλλά ταυτόχρονα το μικρότερο ποσοστό πλήρους άρνησης της διαδικασίας του δημοψηφίσματος καθώς και το τρίτο μεγαλύτερο ποσοστό ως προς την πρόθεση υπογραφής. Αυτό, σε συνδυασμό με το χαμηλότερο επίπεδο πληροφόρησης που έχουν από όλες τις άλλες ηλικιακές ομάδες (περίπου 51%) φανερώνει πως σε μεγάλο βαθμό η έλλειψη πληροφόρησης επηρεάζει σημαντικά τη συμμετοχή των νέων αλλά και ότι οι ηλικίες αυτές με μια μικρή ενημέρωση (όπως αυτή που προέκυψε από την έρευνα) τείνουν να εκφράσουν μια μορφή (ίσως και) συμβολικής υποστήριξης στη συμμετοχικότητα, πιθανώς ως έκφραση μιας γενικότερης πολιτικής ή οικολογικής ευαισθητοποίησης. Τα μεγαλύτερα ποσοστά των αναποφάσιστων εμφανίζονται στις ηλικιακές κλάσεις 18-34 (ταυτίζονται δηλαδή με τις ηλικίες με τα χαμηλότερα ποσοστά ενημέρωσης) ενώ τα μικρότερα ποσοστά αναποφάσιστων είναι στην κατηγορία 45-54. Τέλος οι μεγαλύτεροι σε ηλικία δημότες του δείγματός μας είχαν ως χαρακτηριστικό την πιο συνειδητά θετική (έχουν ήδη υπογράψει) αλλά ταυτόχρονα και αρνητική (δεν σκοπεύουν να υπογράψουν) στάση απέναντι στο δημοψήφισμα συγκριτικά με όλες τις υπόλοιπες ηλικιακές ομάδες.
Αντίθετα από την ηλικία δεν παρατηρήθηκαν στατιστικά σημαντικές διαφορές στην στάση ως προς το δημοψήφισμα ανάμεσα σε άντρες και γυναίκες του δείγματός μας.
Το γράφημα της Εικόνας 9 δείχνει καθαρά ότι η διάθεση συμμετοχής μέσω υπογραφής διαφέρει σημαντικά ανά δημοτική κοινότητα, αποτυπώνοντας τα επίπεδα πληροφόρησης, την ένταση της τοπικής κινητοποίησης αλλά και πιθανές διαφορές στις κοινωνικές και περιβαλλοντικές ευαισθησίες.
Εικόνα 8.Ηλικία ερωτώμενων και πρόθεση υπογραφής (συμπεριλαμβάνει και όσους έχουν υπογράψει)
Συγκεκριμένα, οι κάτοικοι των Δημοτικών κοινοτήτων Α’, Ε’ και Γ’ εμφανίζουν τα μεγαλύτερα ποσοστά συνολικής θετικής πρόθεσης (% όσων έχουν υπογράψει + % όσων σκοπεύουν να υπογράψουν), ενώ η Δ’ Κοινότητα παρουσιάζει το μεγαλύτερο ποσοστό αρνητικών προθέσεων. Τέλος η Β’ Κοινότητα παρουσιάζει το μεγαλύτερο ποσοστό αναποφάσιστων. Η εικόνα αυτή, σε συνδυασμό και με τα ποσοστά ενημέρωσης των κατοίκων ανά δημοτική κοινότητα (τα οποία παρουσιάστηκαν παραπάνω) υπογραμμίζουν τις περιοχές που θα μπορούσε να επικεντρώσει η οργανωτική επιτροπή του δημοψηφίσματος μια πιο χωρικά στοχευμένη επικοινωνία και ενίσχυση της τοπικής ενημέρωσης, ώστε να περιοριστεί η αναποφασιστικότητα και να ενισχυθεί η δημοκρατική συμμετοχή.
Εικόνα 9.Περιοχή κατοικίας και πρόθεση υπογραφής (συμπεριλαμβάνει και όσους έχουν υπογράψει)
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει και το επόμενο διάγραμμα που φανερώνει πως όσο πιο ισχυρή είναι η πεποίθηση εκ μέρους των πολιτών ότι η γνώμη τους πρέπει να έχει αποφασιστικό ρόλο στη λήψη αποφάσεων για την πόλη, τόσο πιο θετική είναι και η στάση απέναντι στο δημοψήφισμα. Συγκεκριμένα:
· Στο σύνολο των δημοτών που συμφωνούν με την ανάγκη αυξημένης συμμετοχής των πολιτών στη λήψη αποφάσεων, το 12,8% έχει ήδη υπογράψει, το 43,5% σκοπεύει να υπογράψει ενώ μόλις το 10% δηλώνει ότι δεν θα υπογράψει.
· Μεταξύ όσων δεν είναι σίγουροι ως προς την ανάγκη αυξημένης συμμετοχής των πολιτών στη λήψη αποφάσεων παρατηρούμε πολύ μεγάλο βαθμό αναποφασιστικότητας (42,9%) και ένα πολύ μεγάλο ποσοστό άρνησης υπογραφής στο δημοψήφισμα
· Τέλος η πλειοψηφία του μικρού αριθμού των συμμετεχόντων στην έρευνα που διαφώνησαν με τη συμμετοχική λήψη αποφάσεων φαίνεται να διαφωνεί ριζικά και με το δημοψήφισμα.
Αυτό το εύρημα είναι ιδιαίτερα διαφωτιστικό καθώς μας δείχνει ότι, αν και οι περισσότεροι πολίτες δεν απορρίπτουν την ιδέα της συμμετοχικής λήψης αποφάσεων, απαιτούνται συγκεκριμένες προϋποθέσεις για να ενεργοποιηθούν υπέρ ενός δημοψηφίσματος. Αυτό μπορεί να αφορά την πληρέστερη και καλύτερη πληροφόρηση, την αποσαφήνιση των διακυβευμάτων ή/και την αποκατάσταση της θεσμικής εμπιστοσύνης (π.χ. ως προς το αν θα γίνει σεβαστό το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος). Ουσιαστικά, η κουλτούρα συμμετοχής υπάρχει, αλλά χρειάζεται στήριξη και ενίσχυση μέσα από διαφανείς, σοβαρές και αξιόπιστες διαδικασίες.
Εικόνα 10. Πρόθεση υπογραφής για το δημοψήφισμα και στάση των δημοτών ως προς τη συμμετοχή τους στη λήψη αποφάσεων (ερώτημα Εικόνας 4)
3.3. Ποιοτική ανάλυση: οι απόψεις που καθορίζουν τη στάση για το δημοψήφισμα
Πέρα από τα ποσοτικά αποτελέσματα που παρουσιάστηκαν παραπάνω, η έρευνα ενσωμάτωσε και μια ποιοτική διάσταση, χρησιμοποιώντας μια ανοικτού τύπου ερώτηση στην οποία οι ερωτώμενοι κλήθηκαν να εξηγήσουν τους λόγους για τους οποίους υποστηρίζουν (έχουν υπογράψει), απορρίπτουν (δεν σκοπεύουν να υπογράψουν), είναι αναποφάσιστοι (το σκέφτονται) ή σκοπεύουν να υποστηρίξουν την πρωτοβουλία για τη συλλογή υπογραφών για δημοψήφισμα.
Η ανάλυση των απαντήσεων ακολούθησε θεματική κατηγοριοποίηση (thematic coding), με βάση τις επαναλαμβανόμενες λέξεις, φράσεις, συλλογισμούς και συναισθηματικούς τόνους. Η διαδικασία στηρίχθηκε στη συγκριτική ανάγνωση και ομαδοποίηση των μοτίβων και μέσω αυτής αναδείχθηκαν οι παρακάτω έντεκα (11) βασικές θεματικές κατηγορίες που αντιστοιχούν σε αφηγήσεις, προτιμήσεις, στάσεις αλλά και συναισθήματα που συνοδεύουν τη στάση απέναντι στο δημοψήφισμα.
1. Δημοκρατική συμμετοχή και ενεργοί πολίτες
Οι πολίτες τονίζουν την ανάγκη έκφρασης μέσω θεσμικών μέσων, την αξία της ψήφου, τη σημασία της συλλογικής λήψης αποφάσεων και της διεκδίκησης του δημόσιου χώρου. Χαρακτηριστικές απαντήσεις:
«Γιατί ο κόσμος πρέπει να έχει λόγο στον δημόσιο χώρο»
«Θέλω να συμμετέχω σε κάθε διαδικασία που αφορά τη ζωή μου»
«Ανάγκη για δημοκρατία και συμμετοχική διαβούλευση»
2. Βιώσιμη ανάπτυξη, Περιβάλλον, Πράσινο και ποιότητα ζωής
Οι απαντήσεις συνδέουν τη συμμετοχή με περιβαλλοντικά κίνητρα: προστασία του πράσινου, βιωσιμότητα και καλύτερη ποιότητα ζωής στην πόλη. Χαρακτηριστικές απαντήσεις:
«Το πάρκο είναι επένδυση για τις επόμενες γενιές»
«Η πόλη ασφυκτιά από το τσιμέντο – χρειάζεται χώρο ζωής»
«Είναι η τελευταία ευκαιρία να αποκτήσει η Θεσ/νίκη έναν πνεύμονα οξυγόνου, το οποίο της λείπει δραματικά»
«Νομίζω ότι ένα μεγάλο πάρκο στο κέντρο της πόλης είναι απαραίτητο, ενώ η έκθεση μπορεί κάλλιστα να μεταφερθεί εκτός κέντρου»
3. Σημαντικότητα του θέματος / κοινό καλό
Δηλώσεις που υπογραμμίζουν ότι η απόφαση για το μέλλον της ΔΕΘ αφορά την κοινωνία συνολικά και πρέπει να ληφθεί συλλογικά. Χαρακτηριστικές απαντήσεις:
«Είναι ζήτημα που αφορά όλους, όχι μόνο τους ειδικούς»
«Είναι εξαιρετικά σημαντικό θέμα το τι θα κάνει η πόλη στον χώρο της ΔΕΘ»
Είναι μεγάλο ζήτημα για την πόλη και πρέπει να υπάρξει συναίνεση
4. Έλλειψη πληροφόρησης και ενημέρωσης
Ερωτώμενοι που δηλώνουν ανασφαλείς, συγχυσμένοι ή χωρίς επαρκή γνώση για τη διαδικασία, τους όρους ή το διακύβευμα του δημοψηφίσματος. Χαρακτηριστικές απαντήσεις:
«Δεν ξέρω ακριβώς τι προβλέπει το σχέδιο»
«Δεν είχα ενημερωθεί καθόλου ότι γίνεται δημοψήφισμα»
«Δεν ξέρω τη διαδικασία και πού να απευθυνθώ για να μάθω περισσότερα»
5. Οικονομική ανάπτυξη και τεχνοκρατική προσέγγιση
Απόψεις που υποστηρίζουν ότι το σχέδιο ανάπλασης έχει αναπτυχθεί με βάση τεχνικά ή οικονομικά δεδομένα και δεν πρέπει να τεθεί σε δημόσια κρίση. Χαρακτηριστικές απαντήσεις:
«Πιστεύω στο προτεινόμενο πρότζεκτ και πιστεύω ότι είναι για το καλό της πόλης»
«Οι αρμόδιοι έχουν μελετήσει τις συνέπειες – ας τους εμπιστευτούμε»
«Δεν γίνεται να μην έχουμε μια σύγχρονη έκθεση-συνεδριακό στο κέντρο της πόλης μας»
6. Αδιαφορία και απάθεια
Πολίτες που δηλώνουν έλλειψη ενδιαφέροντος, εμπιστοσύνης ή που θεωρούν ότι η απόφασή τους δεν θα επηρεάσει το αποτέλεσμα. Χαρακτηριστικές απαντήσεις:
«Δεν με ενδιαφέρει»
«Δεν ασχολούμαι με τέτοια πράγματα»
«Δεν είχα το χρόνο να ασχοληθώ»
7. Αναποφασιστικότητα
Ερωτώμενοι που δηλώνουν προβληματισμένοι, χωρίς ξεκάθαρη άποψη, ή που περιμένουν περισσότερη ενημέρωση για να αποφασίσουν. Χαρακτηριστικές απαντήσεις:
«Δεν έχω καταλήξει τι είναι καλύτερο»
«Δεν έχω αποφασίσει τι θα ήταν πιο συμφέρον για την ΔΕΘ»
«Δεν γνώριζα για την ύπαρξη του δημοψηφίσματος αλλά τώρα που έμαθα ότι υπάρχει θα το κοιτάξω και θα σκεφτώ να το ψηφίσω»
8. Δυσπιστία και αρνητισμός
Αρνητική στάση λόγω αντίληψης ότι η ψήφος δεν θα μετρήσει ή ότι η διαδικασία είναι προσχηματική. Χαρακτηριστικές απαντήσεις:
«Είμαι προβληματισμένος/η για το αν η διαδικασία θα φέρει ουσιαστικό αποτέλεσμα»
«Αν το δημοψήφισμα γινόταν πριν 20 χρόνια θα είχε νόημα. Τώρα θα προσφέρει μόνο καθυστερήσεις»
«Δεν έχω εμπιστοσύνη ότι θα αλλάξει κάτι»
9. Τεχνικές και λειτουργικές ενστάσεις στα δύο προτεινόμενα σχέδια
Απόψεις που θεωρούν ότι πως δεν υπάρχει αρκετή ενημέρωση για διάφορα τεχνικά ή λειτουργικά ζητήματα και πως το ερώτημα είναι υπερβολικά σύνθετο. Χαρακτηριστικές απαντήσεις:
«Δεν είμαι σίγουρη για τις επιπτώσεις των δύο σχεδίων»
«Δεν ξέρω πως θα ωφελήσει την πόλη και κυρίως την έκθεση αν μεταφερθεί σε χώρους εκτός κέντρου»
«Ίσως να υπάρχει και αλλού χώρος μετεγκατάστασης της ΔΕΘ»
10. Εμπιστοσύνη στο προτεινόμενο σχέδιο και στους θεσμούς/επιθυμία διατήρησης της ΔΕΘ στο κέντρο της πόλης
Πολίτες που δηλώνουν ότι εμπιστεύονται τους τεχνοκράτες ή τους αρμόδιους φορείς και δεν χρειάζεται παρέμβαση μέσω δημοψηφίσματος. Επίσης πολίτες που θέλουν να παραμείνει η έκθεση στο κέντρο της πόλης. Χαρακτηριστικές απαντήσεις:
«Το σχέδιο είναι ώριμο και έχει εγκριθεί»
«Προκρίνω την λύση της ανάπλασης που στηρίζεται και από το ΤΕΕ/ΤΚΜ»
«Πιστεύω πως οι εκθέσεις πρέπει να συνεχίσουν να πραγματοποιούνται κάθε χρόνο στην ΔΕΘ επειδή είναι ένας χώρος που έχουν ευκολότερη πρόσβαση οι περισσότεροι Θεσσαλονικείς ενήλικες αλλά και ανήλικα παιδιά»
11. Απόρριψη του δημοψηφίσματος (ως διαδικασία ή γενικότερα ως εργαλείο)
Δηλώσεις κατά των δημοψηφισμάτων γενικά, με προτίμηση για αντιπροσωπευτική δημοκρατία. Χαρακτηριστικές απαντήσεις:
«Δεν είναι σοβαρός τρόπος να παίρνεις αποφάσεις»
«Υπάρχουν αρμόδιες αρχές και θεσμοί για τη λήψη αποφάσεων»
«Ο τρόπος μέσω του οποίου οι πολίτες αποφασίζουν για τη πόλη τους είναι η ψήφος τους. Δεν θεωρώ παραγωγικό να γίνονται δημοψηφίσματα για τα ζητήματα της πόλης»
Όπως φαίνεται στην Εικόνα 11, η κυρίαρχη κατηγορία (25.6%) αφορά πολίτες που βλέπουν το δημοψήφισμα ως πράξη θεσμικής κατοχύρωσης της φωνής των πολιτών. Η σύνδεση της συμμετοχής με την περιβαλλοντική προστασία (24.4%) ενισχύει την ερμηνεία του ζητήματος ως κατεξοχήν πράσινου διακυβεύματος. Ιδιαίτερα σημαντική είναι και η κατηγορία που βλέπει τη διαδικασία ως μέσο υπεράσπισης του κοινού καλού (8,8%).
Εικόνα 11. Συχνότητα απαντήσεων που εμπίπτουν στις 11 θεματικές κατηγορίες που αντιστοιχούν στις αφηγήσεις, τις στάσεις και τα συναισθήματα που συνοδεύουν τη στάση απέναντι στο δημοψήφισμα
Αξίζει να σημειωθεί ότι η τρίτη σε συχνότητα απαντήσεων επεξήγηση της στάσης για το δημοψήφισμα (κυρίως των αναποφάσιστων) ήταν η έλλειψη επαρκούς πληροφόρησης και ενημέρωσης (15,6%), ακολουθούμενη από έναν σημαντικό αριθμό απαντήσεων που εκφράζουν αναποφασιστικότητα (6,9%) ή αδιαφορία/απάθεια (4.9%). Η περιορισμένη αναφορά στα κυρίαρχα επιχειρήματα υπέρ της πρότασης ανάπλασης της ΔΕΘ — όπως η οικονομική ανάπτυξη ή οι τεχνικές ανησυχίες για τη μεταφορά στη Σίνδο — ενδέχεται να οφείλεται στη φύση της ανοικτού τύπου ερώτησης, η οποία φαίνεται να επέτρεψε την ανάδυση πιο προσωπικών, βιωματικών ή αξιακών συλλογισμών, πέραν της τεχνοκρατικής επιχειρηματολογίας.
Η πλειοψηφία επομένως των συμμετεχόντων προσεγγίζει το δημοψήφισμα ως ευκαιρία θεσμικής συμμετοχής και έκφρασης των πολιτών που νοιάζονται για τον δημόσιο χώρο και το περιβάλλον. Παράλληλα, ένα όχι αμελητέο ποσοστό δηλώνει έλλειψη πληροφόρησης, αβεβαιότητα, τεχνοκρατική επιφύλαξη ή πλήρη απαξίωση της διαδικασίας, σκιαγραφώντας τις αντιφάσεις και τις προκλήσεις ενός δημόσιου διαλόγου για κρίσιμα ζητήματα αστικής πολιτικής.
3.4 Προτιμήσεις για τα Σενάρια Αξιοποίησης της ΔΕΘ
Στη συνέχεια ζητήθηκε από τους πολίτες να επιλέξουν ανάμεσα στα δύο σενάρια για τον χώρο της ΔΕΘ, η πλειοψηφία (63,5%) έδειξε ξεκάθαρη προτίμηση στο σενάριο του προτεινόμενου δημοψηφίσματος (Μητροπολιτικό Πάρκο). Μόνο το 16,1% στήριξε το εναλλακτικό σενάριο του προτεινόμενου σχεδίου ανάπλασης (Confex Park), ενώ το υπόλοιπο ποσοστό (20,4%) εμφανίστηκε αναποφάσιστο ή επιφυλακτικό.
Εικόνα 12. Επιλογή μεταξύ των δύο κυρίαρχων σεναρίων για τη ΔΕΘ
Η στήριξη στο σενάριο του Μητροπολιτικού Πάρκου είναι πιο έντονη στις ηλικίες άνω των 45 ετών (ποσοστά στήριξης άνω του 69%), με τους νεότερους (18–24 και 25-34) να εμφανίζονται πιο αναποφάσιστοι και με τις ηλικιακές κλάσεις 35-44 και 65+ να εμφανίζουν τα υψηλότερα ποσοστά αποδοχής του προτεινόμενου σχεδίου ανάπλασης (Confex Park).
Εικόνα 13. Ηλικία ερωτηθέντων και επιλογή μεταξύ των δύο κυρίαρχων σεναρίων για τη ΔΕΘ
Ανά δημοτική ενότητα, η στήριξη στο Μητροπολιτικό Πάρκο εμφανίζεται σταθερά υψηλή (57,7%–71,8%), με αιχμή τις περιοχές της Α’ και της Ε’ Δημοτικής Κοινότητας. Το μεγαλύτερο ποσοστό αναποφάσιστων (31,4%) εντοπίζεται στην Δ.Ε. Τριανδρίας ενώ τη μεγαλύτερη στήριξη στο προτεινόμενο σενάριο ανάπλασης την εντοπίζουμε στην Δ’ Δημοτική κοινότητα (23,7%).
Εικόνα 14. Περιοχή κατοικίας ερωτηθέντων και επιλογή μεταξύ των δύο κυρίαρχων σεναρίων για τη ΔΕΘ
Η συσχέτιση της πρόθεσης υπογραφής με τη θέση των πολιτών απέναντι στα δύο προτεινόμενα σενάρια αξιοποίησης είναι – όπως αναμένονταν – ιδιαίτερα έντονη. Όσο πιο υποστηρικτικός/η είναι κάποιος/α στο δημοψήφισμα τόσο πιο πιθανό είναι να στηρίζει το σενάριο του Μητροπολιτικού Πάρκου. Συγκεκριμένα, μεταξύ όσων έχουν ήδη υπογράψει, ένα συντριπτικό 94,2% υποστηρίζει τη δημιουργία Μητροπολιτικού Πάρκου. Αντίθετα, στους πολίτες που δηλώνουν ότι δεν σκοπεύουν να υπογράψουν, μόλις το 8,3% τάσσεται υπέρ του Μητροπολιτικού Πάρκου. Επίσης, μεταξύ αυτών που δήλωσαν αναποφάσιστοι για το αν θα υπογράψουν για το δημοψήφισμα παρατηρούμε: (α) το μεγαλύτερο ποσοστό αναποφάσιστων ως προς το προτεινόμενο σενάριο, αλλά και (β) μια σαφή τάση προτίμησης του Μητροπολιτικού Πάρκου σε σχέση με το Confex Park. Τα αποτελέσματα αυτά επιβεβαιώνουν τα συμπεράσματα της ποιοτικής ανάλυσης η οποία προηγήθηκε, φανερώνοντας ότι η υπογραφή είναι ταυτόχρονα μια πράξη συμμετοχής, αλλά και μια δήλωση/επιλογή πολιτικής απέναντι στο ίδιο το διακύβευμα του δημοψηφίσματος.
Εικόνα 15.Στάση απέναντι στο δημοψήφισμα και επιλογή μεταξύ των δύο κυρίαρχων σεναρίων για τη ΔΕΘ
3.5 Κυρίαρχοι λόγοι επιλογής ενός εκ των δύο σεναρίων
Όπως έγινε μετά την ερώτηση για τη στάση στο δημοψήφισμα, έτσι και μετά την ερώτηση για την επιλογή σεναρίου για τη ΔΕΘ, ακολούθησε ποιοτική ανάλυση βασισμένη στο ερώτημα: «γιατί επέλεξες τη συγκεκριμένη απάντηση» (το συγκεκριμένο σενάριο ή την επιλογή δεν ξέρω/δεν απαντώ). Οι απαντήσεις αποκαλύπτουν δύο κυρίαρχες αφηγήσεις: το περιβαλλοντικό όραμα (που περιεγράφηκε/τονίστηκε από πάνω από το 50% των ερωτηθέντων) και το αναπτυξιακό κίνητρο.
Σενάριο «Μητροπολιτικό Πάρκο»: Οι περισσότεροι που τάσσονται υπέρ αυτού του σεναρίου αναφέρουν περιβαλλοντικά επιχειρήματα και βελτίωση ποιότητας ζωής («χρειαζόμαστε ένα μεγάλο χώρο πρασίνου στο κέντρο της πόλης, πρέπει να μειώσουμε τη ρύπανση, θέλουμε χώρο για άθληση»). Φράσεις όπως «Είναι η τελευταία ευκαιρία να αποκτήσει η πόλη μας ένα πνεύμονα οξυγόνου» συνοψίζουν τη λογική τους. Σε αυτούς τους συμμετέχοντες δεσπόζει η αφήγηση της πράσινης ανάπλασης και της βιώσιμης ανάπτυξης.
Σενάριο «Εμπορική/Εκθεσιακή Αξιοποίηση»: Ένα σαφώς μικρότερο ποσοστό συμμετεχόντων στην έρευνα υποστηρίζει την επιλογή του Confex Park λόγω του ότι η ΔΕΘ αποτελεί σημαντικό εμπορικό και τουριστικό πόρο. Λέξεις-κλειδιά στις απαντήσεις τους είναι «επενδύσεις», «τουρισμός», «έσοδα», «ανάπτυξη». Για παράδειγμα, «Η Θεσσαλονίκη είναι μεγάλη πόλη – οι εκθέσεις και το επενδυτικό κέντρο είναι πλεονέκτημα που πρέπει να διατηρηθεί». Η αφήγηση εδώ είναι ότι η συνέχιση των εκθέσεων δίνει δουλειές και έσοδα.
Μοτίβο παιδιών/πολίτες: Ένα υποκείμενο αλλά σημαντικό μοτίβο αναδύεται γύρω από τις ανάγκες των παιδιών και των κατοίκων («πάρκο για τα παιδιά μας», «χώρος άθλησης και αναψυχής για όλους»). Εκφράζει τη διάσταση ότι η επιλογή του σεναρίου πρέπει να ωφελεί την κοινότητα στο σύνολό της.
Αμφιταλάντευση / αναποφασιστικότητα: Ορισμένοι εκφράζουν δισταγμό ή αμφιβολία, θέτοντας ερωτήματα για το ποια λύση θα λειτουργήσει καλύτερα. Π.χ. «Δεν ξέρω ποιο σενάριο έχει καλύτερη σχέση κόστους – οφέλους». Αυτό δείχνει έλλειψη ξεκάθαρου μοτίβου και ανάγκη για επιπλέον μελέτη.
3.6 Πώς πραγματικά οραματίζονται οι κάτοικοι της Θεσσαλονίκης τον χώρο της ΔΕΘ
Για την ανίχνευση των βαθύτερων στάσεων και αντιλήψεων των πολιτών, πραγματοποιήθηκε ένα τελευταίο ανοικτού τύπου ερώτημα για το πώς φαντάζονται οι πολίτες ένα ιδανικό (για τους ίδιους προσωπικά) σενάριο για το μέλλον της ΔΕΘ. Ακολούθησε και εδώ ποιοτική ανάλυση των ανοικτών απαντήσεων η οποία ανάλυση έγινε με θεματική ομαδοποίηση των απαντήσεων, αναζητώντας επαναλαμβανόμενα νοήματα, εκφράσεις και λέξεις-κλειδιά. Από τη διερεύνηση των δεδομένων προέκυψαν έξι βασικοί τύποι οραμάτων:
1. Ο χώρος ως πνεύμονας πρασίνου (42% των απαντήσεων)
Η κυρίαρχη αφήγηση βλέπει τον χώρο της ΔΕΘ ως μεγάλο πράσινο δημόσιο πάρκο, ανοιχτό σε όλους. Η έμφαση δίνεται στο περιβαλλοντικό όφελος, την ελεύθερη πρόσβαση και τη βελτίωση της ποιότητας ζωής στο κέντρο της πόλης. Ενδεικτικές απαντήσεις:
«Ο χώρος της ΔΕΘ μπορεί να αξιοποιηθεί μόνο ως πάρκο – η πόλη πνίγεται»
«Ένα πάρκο με δέντρα, σκιά, καθαρό αέρα και χώρο για να περπατάμε»
«Πράσινο, πράσινο, πράσινο. Τίποτα άλλο»
2. Πάρκο με λειτουργίες αναψυχής και κοινωνικής ζωής (17% των απαντήσεων)
Πολλές απαντήσεις ζητούν χώρους για παιδιά, ηλικιωμένους, αθλητισμό και ψυχαγωγία, όχι απλώς «πράσινο». Εδώ, το πάρκο λειτουργεί ως πλατφόρμα κοινωνικής συνύπαρξης και καθημερινής ζωής. Ενδεικτικές απαντήσεις:
«Παιδικές χαρές, τραμπολίνο, παγκάκια, σκιά, καθαριότητα»
«Ένα πάρκο που να ζει, με συναυλίες, φαγητό, γιορτές»
«Χώροι άθλησης, πολιτιστικές δράσεις, χαλαρή ατμόσφαιρα»
3. Οικολογικό-εκπαιδευτικός χώρος (8% των απαντήσεων)
Μια μικρότερη ομάδα συμμετεχόντων προτείνει τη δημιουργία θεματικού πάρκου με έμφαση στην περιβαλλοντική ευαισθητοποίηση, τη βιοποικιλότητα και την εκπαίδευση των πολιτών. Ενδεικτικές απαντήσεις:
«Περίπατοι στη φύση, σχολικά προγράμματα για την κλιματική αλλαγή»
«Περιβαλλοντικό πάρκο με βοτανικό κήπο και χώρο για αστική καλλιέργεια»
4. Συνδυασμός πρασίνου με ήπια ανάπτυξη (14% των απαντήσεων)
Αρκετοί πολίτες επιλέγουν συνθετικές λύσεις: θέλουν πάρκο, αλλά χωρίς την πλήρη κατάργηση των εκθεσιακών ή εμπορικών χρήσεων. Ενδεικτικές απαντήσεις:
«Συνδυασμός πρασίνου και εκθεσιακών υποδομών»
«Να παραμείνει έκθεση σε μικρότερη κλίμακα, με πολύ πράσινο γύρω»
«Πάρκο με κέντρο καινοτομίας ή περιβαλλοντικό συνέδριο»
5. Απόρριψη της αλλαγής / υποστήριξη υφιστάμενου σχεδίου (6% των απαντήσεων)
Μικρός αριθμός συμμετεχόντων εκφράζει ρητά στήριξη στο υπάρχον σχέδιο της ανάπλασης ή απόρριψη της πρότασης μετατροπής σε πάρκο. Ενδεικτικές απαντήσεις:
«Η ΔΕΘ είναι ιστορία, δεν μπορεί να φύγει από το κέντρο»
«Ανάπτυξη και επενδύσεις – αυτό χρειάζεται η πόλη»
6. Ασαφείς, ουδέτερες ή αποστασιοποιημένες απαντήσεις (13% των απαντήσεων)
Ένα ποσοστό δηλώνει δισταγμό, έλλειψη επεξεργασμένης άποψης ή αδιαφορία. Ενδεικτικές απαντήσεις:
«Δεν το έχω σκεφτεί»
«Δεν πρόκειται να γίνει τίποτα»
«Να γίνει κάτι χρήσιμο»
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα αυτά, η πλειονότητα των πολιτών φαντάζεται τον χώρο της ΔΕΘ ως ενιαίο, ανοιχτό, φυσικό και κοινωνικά ζωντανό χώρο, μακριά από την εμπορευματοποίηση και την επιβάρυνση με νέες κατασκευές. Ωστόσο, δεν απουσιάζουν οι συνθετικές και πιο πραγματιστικές προσεγγίσεις, ενώ η μειοψηφία που τάσσεται υπέρ της υπάρχουσας ανάπλασης φαίνεται να λειτουργεί με γενικότερα (και όχι προσωπικά/ατομικά) αναπτυξιακά και συμβολικά/ιστορικά επιχειρήματα. Τα ποσοστά ανά θεματική κατηγορία παρουσιάζονται αναλυτικά στην Εικόνα 16, ενώ στην εικόνα 17 εμφανίζονται οι λέξεις κλειδιά για το σύνολο των απαντήσεων με τη μορφή word cloud.
Εικόνα 16. Συχνότητα απαντήσεων που εμπίπτουν στις 6 θεματικές κατηγορίες που αντιστοιχούν στο πώς οραματίζονται οι κάτοικοι της Θεσσαλονίκης τον χώρο της ΔΕΘ
Εικόνα 17. Word cloud για το πώς οι πολίτες οραματίζονται τον χώρο της ΔΕΘ
4. Συμπεράσματα
Η παρούσα έρευνα ανέδειξε ένα πολύπλευρο σύνολο στάσεων και αντιλήψεων των κατοίκων της πόλης, φωτίζοντας κρίσιμες πτυχές του τρόπου με τον οποίο οι πολίτες αντιλαμβάνονται τον δημόσιο χώρο, τις συμμετοχικές διαδικασίες και τα ζητήματα σχεδιασμού με στόχο την (βιώσιμη) ανάπτυξη. Το πρώτο και πιο σαφές συμπέρασμα είναι ότι οι πολίτες δείχνουν έντονη διάθεση συμμετοχής: η αποδοχή της δημοκρατικής διαδικασίας ενός δημοψηφίσματος είναι σχεδόν καθολική, με εννέα στους δέκα να δηλώνουν πως η γνώμη των πολιτών πρέπει να παίζει αποφασιστικό ρόλο στις αποφάσεις για την πόλη. Ωστόσο, αυτή η διάθεση δεν συνοδεύεται πάντα από ανάλογα επίπεδα ενημέρωσης ούτε και από ανάλογα επίπεδα προσωπικής κινητοποίησης/δράσης. Για παράδειγμα, μόλις οι μισοί δήλωσαν ότι γνωρίζουν επακριβώς το ερώτημα του δημοψηφίσματος, ενώ ακόμη λιγότεροι είπαν ότι γνωρίζουν τη βασική προϋπόθεση που σχετίζεται με τον αναγκαίο αριθμό των υπογραφών. Η εικόνα που φαίνεται να διαμορφώνεται είναι αυτή μιας πόλης με φαινομενικά υψηλό πολιτικό ενδιαφέρον αλλά και με σημαντικά ελλείμματα πρόσβασης στην πληροφόρηση.
Αυτό το χάσμα αποδεικνύεται κρίσιμο για τη συμμετοχή: τα ποσοστά πρόθεσης υπογραφής υπέρ του δημοψηφίσματος είναι σαφώς υψηλότερα μεταξύ των πολιτών που δηλώνουν ενημερωμένοι, ενώ οι αναποφάσιστοι προέρχονται κυρίως από εκείνους που αγνοούν το περιεχόμενο ή τη σημασία της πρωτοβουλίας. Η ενημέρωση φαίνεται επομένως να λειτουργεί ως βασικός καταλύτης πολιτικής ενεργοποίησης. Η ανάλυση ανά δημοτική κοινότητα και ηλικιακή ομάδα αποκαλύπτει σημαντικές διαφοροποιήσεις ως προς το επίπεδο ενημέρωσης/πληροφόρησης: σε περιοχές όπως η Α’ και η Ε’ Κοινότητα η πληροφόρηση και η συμμετοχή είναι αυξημένες, ενώ σε άλλες όπως η Τριανδρία ή η Δ’ Κοινότητα υπολείπονται σημαντικά. Αντίστοιχα, οι νεότεροι πολίτες εμφανίζουν μικρότερο βαθμό γνώσης, αλλά όταν ενημερωθούν δείχνουν σημαντική διάθεση συμμετοχής. Αυτό δείχνει ότι η νεολαία αποτελεί μια εν δυνάμει δεξαμενή δυναμικής συμμετοχής που μπορεί να ενεργοποιηθεί με τα κατάλληλα εργαλεία και μεθόδους.
Η προτίμηση για το μέλλον του χώρου της ΔΕΘ είναι εξίσου ξεκάθαρη: σχεδόν τα δύο τρίτα των πολιτών προτιμούν τη δημιουργία ενός Μητροπολιτικού Πάρκου υψηλού πρασίνου, ενώ μόλις το 16% επιλέγει το σχέδιο ανάπλασης που περιλαμβάνει διατήρηση της εκθεσιακής λειτουργίας και κατασκευή ξενοδοχείου. Η επιλογή αυτή φαίνεται να συνδέεται στενά με την αντίληψη για την ποιότητα ζωής και την ανάγκη για βιώσιμη αστική ανάπτυξη. Η ποιοτική ανάλυση των ανοικτών απαντήσεων ενισχύει αυτή την εικόνα. Πολλοί πολίτες βλέπουν το δημοψήφισμα όχι μόνο ως μέσο επιλογής ανάμεσα σε δύο σενάρια, αλλά ως συμβολική πράξη υπεράσπισης του δημόσιου χώρου, ως δήλωση οικολογικής ευαισθησίας και ως απαίτηση συμμετοχής στις αποφάσεις που τους αφορούν.
Ακόμη πιο χαρακτηριστική είναι η απάντηση των πολιτών στην ερώτηση πώς φαντάζονται το ιδανικό μέλλον του χώρου. Ποσοστό 42% τον οραματίζεται αποκλειστικά ως πράσινο πάρκο, ενώ σημαντική μερίδα επιθυμεί και κοινωνικές ή εκπαιδευτικές χρήσεις με περιβαλλοντικό προσανατολισμό. Σε επίπεδο οράματος, οι απαντήσεις που προσεγγίζουν το υπάρχον σχέδιο ανάπλασης είναι πολύ περιορισμένες, περιοριζόμενες σε ένα μικρό ποσοστό που επικαλείται αναπτυξιακά ή ιστορικά (σχεδόν συναισθηματικά) επιχειρήματα.
Συγκρίνοντας τα αποτελέσματά μας με τα πρόσφατα αποτελέσματα της δημοσκόπησης της εταιρείας Palmos, διαπιστώνονται πολλά κοινά στοιχεία και συμπεράσματα αλλά και μερικές σημαντικές διαφοροποιήσεις. Συγκεκριμένα, και στις δύο έρευνες καταγράφεται ισχυρή υποστήριξη στη διοργάνωση δημοψηφίσματος και αρκετά μεγάλα ποσοστά άρνησης στην εμπορευματική/τουριστική εκμετάλλευση του χώρου μέσω ξενοδοχείου ή εμπορικού κέντρου. Τα υψηλά ποσοστά μη ενημερωμένων πολιτών στην έρευνα της Palmos ενισχύουν και τα δικά μας ευρήματα ως προς το έλλειμμα πληροφόρησης ενώ σημαντική ομοιότητα παρουσιάζουν οι δύο έρευνας και ως προς τα (υψηλά) ποσοστά θετικής διάθεσης για υπογραφή υπέρ του δημοψηφίσματος. Μια σημαντική διαφορά ωστόσο εντοπίζεται στην επιλογή σεναρίου. Η δική μας έρευνα δείχνει ένα ξεκάθαρο ποσοστό (63,5%) υπέρ του προτεινόμενου από το δημοψήφισμα σεναρίου, ενώ η Palmos δεν παρουσιάζει κάποια κυρίαρχη επιλογή των πολιτών καθώς έχει σπάσει σε δύο διαφορετικά σενάρια το προτεινόμενο από το δημοψήφισμα σενάριο, δημιουργώντας ίσως μια σύγχυση ως προς την δυνατότητα επιλογής ενός (ρεαλιστικού) εναλλακτικού σεναρίου σε σχέση με του υφιστάμενο σχέδιο ανάπλασης.
Με βάση όλα τα παραπάνω, η έρευνα οδηγεί σε μια σειρά από σαφείς συστάσεις. Καταρχάς, είναι απαραίτητο να ενισχυθεί η πληροφόρηση προς τις λιγότερο ενημερωμένες κοινωνικές ομάδες. Επιπλέον, η οργανωτική επιτροπή του δημοψηφίσματος για να μπορέσει να συγκεντρώσει τις απαιτούμενες υπογραφές θα πρέπει να επικεντρωθεί σε περιοχές και ηλικιακές ομάδες με χαμηλή ως τώρα ενεργοποίηση. Εξίσου κρίσιμα ζητήματα αποτελούν η διαφάνεια και η θεσμική αξιοπιστία της διαδικασίας καθώς χωρίς σαφείς δεσμεύσεις ότι η βούληση των πολιτών θα έχει αντίκτυπο, η συμμετοχή κινδυνεύει να αποδυναμωθεί. Παράλληλα, η δημόσια συζήτηση πρέπει να επικεντρωθεί όχι μόνο στο τεχνικό ή οικονομικό σκέλος του ζητήματος, αλλά και στη βαθιά πολιτική και περιβαλλοντική του διάσταση. Τέλος, είναι ευκαιρία το συγκεκριμένο ερώτημα του δημοψηφίσματος να αποτελέσει αφετηρία ενός ευρύτερου διαλόγου για το μέλλον της πόλης, την ταυτότητά της και τη σχέση της με τον δημόσιο χώρο, τις συμμετοχικές διαδικασίες λήψης αποφάσεων και την λήψη μέτρων/πολιτικών που θα ενισχύσουν την ανθεκτικότητά της στην κλιματική αλλαγή.